- χαρακτηρίζομεν
- χαρακτηρίζωengravepres ind act 1st plχαρακτηρίζωengraveimperf ind act 1st pl (homeric ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
въображати — ВЪОБРАЖА|ТИ (37), Ю, ѤТЬ гл. 1. Придавать вид, свойства; уподоблять, формировать, преобразовывать: чьто же ѥсть ѥже гл҃ю. рѣша. нѣции нѣкыимъ васъ отъ поставл˫аѥмыихъ приимати имѣниѥ. въображати же именьмь бл҃гобо˫азньства. (ἐπισκιάζειν!) КЕ XII … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία — (ή απλώς Καθολική ή Δυτική). Η χριστιανική Εκκλησία που υπάγεται στον πάπα της Ρώμης. Στην Ελλάδα παλιότερα χρησιμοποιούνταν ο όρος Δυτική ή Παπική Εκκλησία· ο όρος Δυτική όμως δεν είναι ορθός, γιατί στη Δύση υπάρχουν και άλλες Εκκλησίες, όπως οι … Dictionary of Greek